Το πλήρες όνομα της Μονής είναι «Ιερά Βασιλική και Σταυροπηγιακή Μονή της Παναγίας του Κύκκου». Βασιλική ονομάζεται γιατί ιδρύθηκε με προσωπική οικονομική συμβολή του βυζαντινού αυτοκράτορα Αλέξιου Κομνηνού (1081-1118) και Σταυροπηγιακή γιατί στον θεμέλιο λίθο της τοποθετήθηκε σταυρός, γεγονός που στη γλώσσα της διοίκησης της Εκκλησίας σημαίνει ότι το μοναστήρι αυτοδιοικείται, μέσα στα πλαίσια βεβαίως του συνόλου της Εκκλησίας της Κύπρου. Άγνωστη είναι η προέλευση του ονόματος Κύκκος. Σύμφωνα με μία άποψη, οφείλεται σε ένα αυτοφυόμενο θάμνο της περιοχής, που ονομάζεται και κόκκος. Η παράδοση συνδέει την ονομασία αυτή με το λάλημα ενός πουλιού, που κατά τα βυζαντινά χρόνια τριγυρνούσε στα γύρω βουνά και προανάγγελλε την ίδρυση του μοναστηριού με τους στίχους:
Κύκκου – Κύκκου το βουνί, μοναστήρι θα γενεί, μια χρυσή Κυρά θα μπει, και ποτέ της δεν θα βγει.
Όπως και πράγματι έγινε, αφού στο μοναστήρι, που κτίστηκε στα βουνά του Κύκκου, φυλάσσεται από τα τέλη του 11ου αι. η θαυματουργός Εικόνα της Παναγίας της Κυκκώτισσας.
Τον όρο Κίκος/Κύκκος προϋποθέτει το επίθετο Κικιώτισσα/Κυκκιώτισσα, που πρωτοεμφανίζεται ως επωνυμία της Θεοτόκου. Μία από τις παλαιότερες αναφορές της Θεοτόκου βρεφοκρατούσας με το επίθετο Κηκηοτιcα (= Κικιότισα) βρίσκεται σε εικόνα από την εκκλησία της Παναγίας Κιβωτού της κοινότητας Άγιος Θεόδωρος Αγρού. Η εικόνα φαίνεται να ανήκει στον 16ο αιώνα. Επιγραφή Η Κυκηοτιcα αναφέρεται επίσης σε φορητή εικόνα της Παναγίας, που προέρχεται από την εκκλησία του Τιμίου Σταυρού του χωριού Πεδουλάς· η εικόνα αυτή χρονολογείται στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα. Η αριστεροκρατούσα Θεοτόκος Κυκκώτισσα, που προέρχεται από την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής του χωριού Μουτουλλάς και φυλάσσεται στο μουσείο της ιεράς μονής Κύκκου, φέρει την επιγραφή ΜΗΤΗΡ ΘΕΟΥ Η Κηκηοτιcα και χρονολογείται στον 15ο-16ο αιώνα. Στο ίδιο μουσείο υπάρχει μια δεξιοκρατούσα Θεοτόκος, που φέρει την επιγραφή Η Ελεουσα Η Κυκιοτισσα και χρονολογείται στα τέλη του 16ου και τις αρχές του 17ου αιώνα. Μια λαϊκότροπη εικόνα της αριστεροκρατούσας Θεοτόκου με την επιγραφή Η κυρά του Κίκου φυλάσσεται στο εκκλησιαστικό μουσείο του χωριού Κοιλάνι. Ο τύπος αυτός της Θεοτόκου Κυκκώτισσας προέρχεται κατά την επικρατούσα άποψη και κατά τον Κώστα Κωνσταντινίδη (Η Διήγησις της Θαυματουργού Εικόνας της Ελεούσας του Κύκκου, Λευκωσία 2002) πιθανότατα από τη μητροπολιτική Ελλάδα, όπως μαρτυρεί η ανάλογη εικόνα από το Σινά του 12ου αιώνα.
Η αρχαιότερη ερμηνεία του ονόματος Κύκκος βρίσκεται στη Διήγηση της θαυματουργής εικόνας: «ἡ εἰκόνα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου ἡ ἐν τῷ ὄρει τοῦ Κόκ<κ>ου». Η πρώτη σύνθεση της Διήγησης ανήκει στο έτος 1421/22. Την ονομασία Κόκ(κ)ος του βουνού όπου χτίστηκε η μονή την αναφέρει και ο Ρώσος μοναχός Μπάρσκυ σύμφωνα με την ερμηνεία που του έδωσαν οι μοναχοί του Κύκκου στα 1735: «Ονομάζεται ελληνιστί Παναγία του Κύκκου εκ του όρους Κόκκος ή Κύκκος ή κατ’ άλλην απαράδεκτον εκδοχήν από το πτηνόν κούκκος, το οποίον ετραγουδούσε κύκκου-κύκκου κατά την παλαιάν εποχήν, όταν η θαυματουργός εικών μετεφέρθη εκ Κωνσταντινουπόλεως». Και ο Εφραίμ στην «Περιγραφή» επαναλαμβάνει την ετυμολογία αυτή : «Εις το όρος του Κόκκου, του μετονομασθέντος Κύκκου, εγγύς όντος της Μυριανθούσης». Την προέλευση από το κόκκος “ποικιλία πρίνου (αγριοπρινιάς)”, που φύτρωνε εκεί και με τον καιρό το πρόφεραν Κύκκος, την απορρίπτει ο Νέαρχος Κληρίδης.
Από τις ορθογραφήσεις που έχουν κατατεθεί παραπάνω (Κηκηοτιcα, Κυκηοτιcα, Κυκιοτισσα, κυρά του Κίκου) είναι πρόδηλο ότι γνήσιες μπορεί να είναι μόνον οι Κηκηοτιcα και κυρά του Κίκου, ενώ λόγιες είναι αυτές που εμφανίζουν υ, δηλαδή Κυκηοτιcα και Κυκιοτισσα. Είναι γνωστό ότι το υ στη θέση ενός [i] (= ι, η) προσδίδει, σύμφωνα με παλιά ελληνική λαϊκή γραμματική αντίληψη, κύρος στη λέξη, καθώς την εξαρχαΐζει και την εξωραΐζει. Από τα πολλά παραδείγματα για τη λόγια ορθογράφηση του τύπου αυτού αναφέρουμε τα εξής επώνυμα: Βοτύλιας=Βοτίλιας, Κυραμίδας=Κιραμίδας, Κοσκυνίδης=Κοσκινίδης κ.ά. Ακόμη είναι αυθαίρετη και εσκεμμένη η δήθεν γλωσσική εξέλιξη του Κόκκος σε Κύκκος, ενώ στην πραγματικότητα το όρος Κόκκος επινοήθηκε για να εξηγηθεί με μια φωνητική αλλαγή (ο > υ) ο όρος Κύκκος. Επίσης ο διπλασιασμός του κ φαίνεται να είναι λόγιος, καθώς ορισμένες λέξεις που παραδίδονται από την αρχαιότητα εμφανίζουν δύο κ (κόκκος, λάκκος κ.ά). Συνεπώς πρέπει να ερμηνεύσουμε το όρος ή τον τόπο με την ονομασία Κίκος (χωρίς λόγιους εξωραϊσμούς), όπου ιδρύθηκε η μονή.
Έχουμε την εντύπωση ότι τη ζητούμενη λέξη μας την παραδίδει ο Ησύχιος με το εξής γλώσσημα : «κίκους· ὁ νέος τέττιξ». Ο τύπος κίκους είναι αιτιατική του πληθυντικού, το ερμήνευμα όμως δίνεται σε ονομαστική ενικού. Συνεπώς είναι πολύ πιθανόν το βουνό ή πιο στενά ο τόπος όπου ιδρύθηκε η μονή να ονομαζόταν Κίκος, δηλαδή το βουνό του τζίτζικα ή ο τόπος του τζίτζικιού (κυπριακά του ζίζιρου). Καθώς το κίκος αποτελεί ιδιωματική λέξη και δεν διασώθηκε παρά μόνον ως ονομασία της μονής, εξωραΐστηκε με υ και δύο κ, για να αποκτήσει αρχαιοπρέπεια, που συνήθως επιζητούν οι εκκλησιαστικοί κύκλοι.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.