Ο Μελέτιος ήταν ανεψιός του προκατόχου του, Παρθενίου, και έγινε Ηγούμε¬νος μετά από επιθυμία του τελευταίου. Όπως σημείωνε ο ίδιος στην εισαγωγή της β’ έκδοσης της Περιγραφής του Εφραίμ του Αθηναίου, «ὁ δέ ἐμοῦ θεῖος ὁ καί πρό ἐμοῦ προστάτης τε, καί καθηγούμενος τῆς Μονῆς τούτης κύριος Παρθένιος ὁ ἐν μακαρίᾳ τῇ λήξει γενόμενος ἀοίδιμος ἀνήρ … ἐβουλήθη διάδοχον αὐτοῦ ποιῆσαί με ἐν τῇ μονῇ ταύτῃ … ἔφθασε καί τό τέλος τῆς ζωῆς αὐτοῦ, τοῦ μεταλλάξαι τόν βίον τοῦτον,… οὕτω δέ μεταστάς τοὐντεῦθεν, καί πρός τήν ἄλλην ζωήν μετατεθείς, πρός Κύριον ἀποδημήσας ὡς εἰκός, τό βάρος καί τό φορτίον ἅπαν καί τά περί τῆς Μονῆς ἐν ἐμοί ἀπέθετο. Ἐγώ δέ μή ἔχων ἄλλως πως ποιῆσαι, ἀνεδεξάμην αὐτό ἑκόντι τε, καί ἄκοντι, κἄν καί μή βουλόμενος».
Είναι γνωστό ότι ο Παρθένιος απεβίωσε τον Ιανουάριο του 1776, αλλά κάποιες πηγές ορίζουν την ηγουμενία Μελετίου από ενωρίτερα. Κώδικας της Αρχιεπι¬σκοπής γράφει ότι το «1772 ἐχριμάτισε ὁ Μελέτιος ἡγούμενος Κύκκου καί ὁ Ἰωαννίκιος Οἰκονόμος Κύκκου». Η αναφορά αυτή μάλλον είναι λανθασμένη, και ίσως οφείλεται σε παρανάγνωση της χρονολογίας (που δεν μπορεί να ελεγχθεί, καθώς ο κώδικας σήμερα λανθάνει) ή στο γεγονός ότι, ως επίδοξος διάδοχος του Παρθενίου, ο Μελέτιος ίσως τον αναπληρούσε στα καθήκοντα του, σε κάποιες περιπτώσεις. Παρόμοια μπορούν να υποστηριχθούν και για οθωμανικό έγγραφο του 1773, που παρουσιάζει τον Μελέτιο ως Ηγούμενο.
Το όνομα του Ηγουμένου Μελετίου αναφέρεται σε έξι οθωμανικά φιρμάνια για τη Μονή Κύκκου, από το έτος 1786, ενώ άλλα οθωμανικά έγγραφα της Μονής, που καλύπτουν την περίοδο 1777-1811, αναφέρονται στον Ηγούμενο αυτό ως «Με¬λέτιο παπα-Χριστοδούλου».
Ο Μελέτιος αναφέρεται με διάφορες επωνυμίες σε επιγραφές ή έγγραφα, ως Μελέτιος Μυριανθεύς ή Μελέτιος Ξένος, ενώ είναι γνωστός στην ιστοριογραφία και ως Μελέτιος Μαυρομάτης. Το όνομα του καταγράφεται σε πληθώρα επι¬γραφών που σχετίζονται με εικόνες, ιερά σκεύη και κτήρια της Μονής από διά¬φορα έτη της ηγουμενίας του. Ο Ηγούμενος Μελέτιος οικοδόμησε σημαντικό μέρος της Μονής, που είχε καταστραφεί κατά την πυρκαγιά του 1751, συνεχίζο¬ντας το έργο του προκατόχου του, Ηγουμένου Παρθενίου. Σύμφωνα με μαρτυρία του ιδίου, «οὗτος οὖν ὁ μακάριος, μετά τήν πυρκαϊάν τῆς Μονῆς ἥψατο τοῦ ἔργου τοῦ κτίζειν τήν Μονήν, ἐκ βάθρων ἀνεγείραι αὐτήν βουλόμενος, ἐπεί καί ἡ πυρκαϊά ἅπασαν τήν οἰκοδομήν κατανάλωσεν, καί ἡψάμενος τοῦ ἔργου, καί ἀνεγείρας τήν Ἐκκλησίαν, καί τήν οἰκοδομήν ἀνασώσας, πρός Κύριον ἀνεπαύσατο, ἐάσας ἅπαν τό βάρος, καί τήν φροντίδα ἅπασαν εἰς ἐμέ. Ἐγώ δέ, συνεργείᾳ, καί ἐπικούρῳ ἀντιλήψει τῆς Πανάγνου Μητρός τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, μόχθῳ πολλῷ, καί ἀγῶνι, καί τῆς δαπάνης οὐκ ἐξαρκούσης, οὐκ οἶδα ὅπως ᾠκονομήθησαν τά πράγματα, καί τά ἐλλείποντα καί χρειώδη ἀνεπλήρωσα, βοηθούσης τῆς Ἁγνῆς Θεομήτορος». Επιγραφή του 1785, που σώζεται σε μια από τις πύλες της Μο¬νής, αναφέρει: «αψπε’/Ὁρᾶς θεατά τόν σεπτόν δόμον τόνδε/φέριστον, λαμπρόν, ὡραῖον ἐν τῷ κάλλει,/σπουδῇ, δαπάνῃ τοῦ οἰκτροῦ Μελετίου/Προϊσταμένου τῆς ἐνθάδε Μονῆς τε/τῆς Θεοτόκου καί παρθένου Μαρίας/πυρί τεφρωθείς, ᾠκοδόμηται αὖθις,/ κάλλει καί μήκει ὑπερτερῶν τοῦ πάλαι, /ᾧπερ Κύριος ὁ υἱός αὐτῆς δώσει /μισθόν τῶν πόνων καί συνδρομῇ των τούτου /ἐπουράνιον δόμον εἰς κατοικίαν/Μ[ε]λ[έ]τ[ιο]ς».
Ο Ηγούμενος Μελέτιος Β’ ανακαίνισε, επίσης, τον ναό του Αποστόλου Ανδρέα στο Παραδείσι, όπως φαίνεται από επιγραφή σε εικόνα του ομώνυμου Αγίου (1792): «τήν δ’ ἀνακαίνησιν τῆς γ’ ἐκκλησίας καί τήν ἐκ κάλλους γραφήν μορ¬φῆς ἁγίας οἶον τι δῶρον δέξαι ἐκ Μελετίου καθηγέτου τοῦ Κύκκου μαθητά Κυ. ὦ πρωτόκλητ’ Ἀνδρέα καί σήν συγγόνῳ πρέσβευε Χῷ τῷ Θῷ τ’ ἀγαθῷ ἀκήρα¬των αψϟβ». Αφιέρωσε επίσης στη Μονή Κύκκου μεγάλο αριθμό κειμηλίων και σκευών, από τα οποία μπορούν να αναφερθούν απλώς ενδεικτικά: μία επίχρυση λειψανοθήκη (1779), ένα εγκόλπιο (1800), ένα δοχείο αγιασμού (1806), χρυσό αρτοφόριο (1807) και κάλυμμα αστεροδίσκου (1804), καθώς και ο αρ¬χιερατικός θρόνος του κυρίως ναού (1776). Στον κυρίως ναό, μερίμνησε για την αγιογράφηση της κόγχης του ιερού, ενώ φρόντισε ιδιαιτέρως την Αγία Ει¬κόνα, δημιουργώντας θρόνο (1785) και πλαίσιο (1787) γι’ αυτή, αλλά και με¬ριμνώντας για τη δημιουργία νέου χρυσού καλύμματος (1795), με το οποίο αντι¬κατέστησε το αντίστοιχο που είχε αφιερώσει ο Ηγούμενος Γρηγόριος δύο αιώ¬νες νωρίτερα. Κατά την περίοδο της ηγουμενίας του Μελετίου Β’ επισκέφθηκε τη Μονή Κύκκου ο Κρητικός ζωγράφος Ιωάννης Κορνάρος, ο οποίος αγιογράφησε εκεί μεγάλο αριθμό εικόνων, καθώς και την κόγχη του ναού. Είναι αξιοσημείωτο ότι σώζονται επίσης και δύο προσωπογραφίες του Ηγουμένου Μελετίου, πάνω σε έργα τέχνης που κληροδότησε στη Μονή: στην εικόνα του Αρχαγ¬γέλου Μιχαήλ, από την εκκλησία της Μονής Αρχαγγέλου του 1782, και στο αργυρεπίχρυσο κάλυμμα της Αγίας Εικόνας του 1795. Οι επιγραφές από τα διά¬φορα έργα τέχνης, με τα οποία κόσμησε τη Μονή, είναι μάρτυρες του εξωραϊσμού που επιτελέστηκε στη Μονή Κύκκου επί ηγουμενίας του.
Το 1782, ο Ηγούμενος Μελέτιος χρηματοδότησε τη δεύτερη έκδοση της Περιγρα¬φής της Ιεράς Μονής Κύκκου, του Εφραίμ του Αθηναίου, την οποία και προλό¬γισε ο ίδιος. Την ίδια χρονιά εκδόθηκε στο τυπογραφείο του Νικολάου Γλυκή στη Βενετία και η πρώτη αυτοτελής καραμανλίδικη έκδοση της Περιγραφής, με επιμέλεια του Σεραφείμ του Πισσιδείου. Ταυτόχρονα, ο Ηγούμενος Μελέτιος χρηματοδότησε και μεγάλο αριθμό άλλων εκδόσεων, όπως το βιβλίο του Σερα¬φείμ του Πισσιδείου Σύνταγμα ήτοι Χρηστοήθεια, που εκδόθηκε στη Βενετία το 1782, το οποίο, επίσης, προλόγισε. Η φιλομάθειά του φαίνεται και από το γεγονός ότι ενεγράφη συνδρομητής σε δύο σημαντικές εκδόσεις που έγιναν κα¬τά την εποχή αυτή, στην Εκκλησιαστική Ιστορία του Μητροπολίτη Αθηνών Μελετίου (Βιέννη 1783) και στην Ιστορία Χρονολογική της Νήσου Κύπρου του Αρχιμανδρίτη Κυπριανού (Βενετία 1788).
Ο Ηγούμενος Μελέτιος εξέδωσε, επίσης, σειρά χαλκογραφιών, με θέμα την ιστορία της Αγίας Εικόνας και της Μονής Κύκκου. Το 1778 εκτύπωσε στη Βενετία χαλκογραφία με την Παναγία Ελεούσα του Κύκκου, περιστοιχιζόμενη από δεκα¬τέσσερις σκηνές που περιέγραφαν την ιστορία της Αγίας Εικόνας, σε σύνθεση του ζωγράφου Μιχαήλ Αποστόλη. Η χαλκογραφία έφερε την επιγραφή «ΣΠΟΥΔΗ ΔΑΠΑΝΗ ΟΙΚΤΡΟΥ ΚΑΙ ΕΛΑΧΙΣΤΟΥ, ΕΝ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΙΣ ΚΥΡ ΜΕΛΕΤΙΟΥ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΠΕΛΟΝΤΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΤΑΥΤΗΣ». Φαίνε¬ται ότι τα σχέδια της χαλκογραφίας ολοκληρώθηκαν προτού αναλάβει την ηγουμενία ο Μελέτιος, και γι’ αυτό αναφέρεται στην επιγραφή ως «Οικονόμος». Δεύ¬τερη χαλκογραφία εξέδωσε ο ίδιος μερικά χρόνια αργότερα, το 1798, σε σύνθεση του Κυκκώτη Ιεροδιακόνου Χαραλάμπους και χαλκογράφηση του Ιωάννη Αντω¬νίου Τζουλιάνη, ενώ η χαλκογραφία αυτή φαίνεται ότι επανεκδόθηκε το 1802.
Οι στενές σχέσεις του με τις εκδόσεις, και ιδιαίτερα με το τυπογραφείο του Μι¬χαήλ Γλυκή της Βενετίας, φαίνονται και από το γεγονός ότι ο Ηγούμενος Μελέ¬τιος υιοθέτησε ως έμβλημά του τη μέλισσα, επηρεασμένος από το έμβλημα του τυ-πογραφείου. Λόγω της μεγάλης πνευματικής του δράσης, ο Ηγούμενος Κύκκου Χρυσόστομος τον χαρακτήρισε ως άνδρα «μεγάλης μορφώσεως και δράσεως», και θεωρούσε ότι πιθανό να ήταν μαθητής του Εφραίμ του Αθηναίου. Ο τε¬λευταίος αυτός ισχυρισμός δεν τεκμηριώνεται, αλλά χρονολογικά είναι πολύ πι¬θανό ο μετέπειτα Ηγούμενος Μελέτιος να φοίτησε κοντά στον Αθηναίο λόγιο, ο οποίος είχε διδάξει στη Σχολή της Λευκωσίας για σχεδόν είκοσι χρόνια (1742-1761).
Μέρος της δράσης του Ηγουμένου Μελετίου Β’ υπήρξε και η επίσκεψή του στην Κωνσταντινούπολη, μαζί με τους άλλους Κυπρίους αρχιερείς, το 1783, για να καταγγείλουν τη διοίκηση του Μουχασίλη Χατζή Μπακή Αγά. Σύμφωνα με ση¬μείωμα σε κώδικα της Αρχιεπισκοπής, «1783 αὐγουστου 22 ἐφύαν η αρχιερης καί ὁ γέροντας μας ὁ κύρ μελέτιος καί ἐπῆγαν εἰς την πόλιν», ενώ σε άλλο κώδικα σημειωνόταν «1786 Δεκεμβρίου 6, ἦλθεν ό γέροντας μας κύρ Μελέτιος (ἀπό τήν) πόλιν». Εκτός από τα κοινά αιτήματα, ο Ηγούμενος φαίνεται ότι κατά την επίσκεψή του προώθησε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και αίτημα της Αδελφότη¬τας για έκδοση νέου Σιγιλλίου, που να επιβεβαιώνει τα Σταυροπηγιακά δίκαια της Μονής Κύκκου. Στο Πατριαρχικό Σιγίλλιο που εξέδωσε το 1787, ο Οικου¬μενικός Πατριάρχης Προκόπιος Α’ ανέφερε ότι δέχθηκε «πολλάκις» την επίσκε¬ψη του Ηγουμένου Κύκκου Μελετίου, ο οποίος χαρακτηρίζεται «ἀνήρ τά τε ἄλλα σεμνός, ἔμφρων τε καί νουνεχής», για διάφορες μοναστηριακές υποθέσεις. Κατά τις επισκέψεις του, ο Μελέτιος στήριξε το αίτημα της ανανέωσης του Σιγιλλίου, παρουσιάζοντας και τα Σιγιλλιώδη γράμματα που είχαν εκδώσει υπέρ της Μο¬νής προηγούμενοι Οικουμενικοί Πατριάρχες, στα 1672 και 1760. Έτσι, φαίνε¬ται ότι η έκδοση του Σιγιλλίου του 1787 προήλθε από προσωπικές ενέργειες του Ηγουμένου Μελετίου Β’.
Για το πλούσιο έργο του, ο Σεραφείμ ο Πισσίδειος έγραψε, από τα πρώτα χρό¬νια της ηγουμενίας του, το 1782, ότι ο Μελέτιος, ακολουθώντας τα ίχνη του θεί¬ου και προκατόχου του, Ηγουμένου Παρθενίου, «ὅλως ἀκαμπής ἐστί, καί ἄοκνος, καί πρός τά καλά ἐπιμελέστατος».
Κάποιοι παλαιότεροι μελετητές, παρασυρόμενοι από τη συνωνυμία, συγχύζουν τον Μελέτιο Β’ με τον διάδοχό του, Μελέτιο Γ’, και τοποθετούν τον θάνατό του στα 1818 ή 1819. Ο Ν. Γ. Κυριαζής ιδίως, έχοντας υπόψη τη χρονολόγηση του θα¬νάτου του Μελετίου το 1811, από τους καταλόγους των Ηγουμένων Γερασίμου και Κλεόπα, επιμένει στο έτος 1819, στηριζόμενος σε δύο σημειώματα, ένα που αναφέρει ως ζώντα το 1816 τον Ηγούμενο «Μελέτιο Γ’», και ένα άλλο που υπο¬δεικνύει ότι πέθανε το 1819. Η σύγχρονη έρευνα, όμως, αποδεικνύει ότι ο Ηγού¬μενος Μελέτιος απεβίωσε το 1811 και δίνει απάντηση στην απορία του Χρ. Παντελίδη «διατί τό Σιγίλλιον [τοῦ 1815] τόν ἀναφέρει ὡς ‘τόν τότε Καθηγούμενον’ καί οὐχί ‘τόν καί νῦν Καθηγούμενον’. Μή ἔχωμεν καί ἕτερον Μελέτιον ἐν τῷ διαστήματι τούτῳ (1776-1818) ἤ ἡ φρ[άση] δέν διετυπώθη καλῶς;».
Σύμφωνα με τον Στ. Περδίκη, ο διάδοχος του Ηγουμένου Μελετίου, θέλοντας να ξεχωρίσει από τον προκάτοχό του, υιοθέτησε την επωνυμία «Μελέτιος Γ’», γεγο¬νός που τελικά σύγχυσε τους μεταγενέστερους ερευνητές, που, λανθασμένα, θεωρούσαν ότι προηγήθηκαν δύο ηγούμενοι με το όνομα Μελέτιος στις αρχές του 18ου αιώνα, και πως ο Μελέτιος Μαυρομάτης ήταν ο Μελέτιος Γ’. Επισημαί¬νοντας ότι στο Πατριαρχικό Σιγίλλιο του 1815 ο Μελέτιος Μαυρομάτης αποκα¬λείται ως «τότε Καθηγούμενος», ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει και το γεγονός ότι στο εξώφυλλο της δ’ έκδοσης της Περιγραφής, που έγινε το 1819, σημειώνεται ότι η β’ έκδοση, του 1782, έγινε «ἡγουμενεύοντος τοῦ ἀοιδίμου ἐν ἱερομονάχοις κυρίου Μελετίου», ενώ οι γ’ και δ’ εκδόσεις έγιναν «ἡγουμενεύοντος τοῦ ἐν ἱερομονάχοις κυρίου Μελετίου τρίτου». Έχοντας μελετήσει και το αρχείο των ελ¬ληνικών εγγράφων της Μονής, ο Περδίκης αποφαίνεται ότι μέχρι το 1812 ο ηγού¬μενος αποκαλείται απλώς «Ηγούμενος Μελέτιος», ενώ μετά το έτος εκείνο «προ¬σφωνείται ή υπογράφει ως ‘Μελέτιος ο Γ’’». Επιπλέον, επισημαίνει ότι υπάρ¬χει σημαντική διαφορά στην υπογραφή και στον γραφικό χαρακτήρα των δύο ηγουμένων. Τέλος, μια επιστολή του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού, της 10ης Ια¬νουαρίου 1812, δίνει οριστική λύση στο πρόβλημα, αναφερόμενη στον Ηγούμε¬νο Μελέτιο ως ήδη θανόντα.
Ένα τελευταίο σημαντικό επιχείρημα που υποδεικνύει το 1811 ως έτος θανάτου του Μελετίου Β’ είναι και η καταγραφή στο Μοναχολόγιο της Μονής Κύκκου: «1811 – ἀπεβίωσεν ὁ ἐν μακαρίᾳ τῇ λήξει ὁ Μελέτιος Ἡγούμενος Μαυρομμάτης». Η καταγραφή είναι μεταγενέστερη, καθώς το Μοναχολόγιο δημιουργήθηκε το 1834, επί ηγουμενίας Νεοφύτου, όμως φαίνεται ότι ο μοναχός που την έγραψε ήταν καλά κατατοπισμένος για το ποιος ήταν ηγούμενος της Μονής μόνο 23 χρόνια ενωρίτερα.