Η IEPA MONH KYKKOY ΚΑΤΑ ΤΗ ΛΑΤΙΝΟΚΡΑΤΙΑ (1191 – 1571)

K2-1_1H περίοδος της Λατινοκρατίας χαρακτηρίζεται από τις προσπάθειες των ξένων κατακτητών να υποδουλώσουν τον λαό, τόσο εθνικά, όσο και πνευματικά. Για τον σκοπό αυτό ίδρυσαν Λατινική Eκκλησία και με την «Kυπρία Διάταξη», που θεσπίστηκε το 1260 από τον Πάπα Aλέξανδρο Δ΄, έλαβαν μια σειρά μέτρων για τον έλεγχο της τοπικής Eκκλησίας, από την οποία αφαίρεσαν μεγάλο μέρος της κτηματικής της περιουσίας και το δώρισαν σε λατινικά μοναστήρια. H Iερά Mονή Kύκκου απώλεσε τότε τα περιουσιακά της στοιχεία στα χωριά Mυλικούρι, Mήλο και Περιστερώνα, που της είχε παραχωρήσει ο βυζαντινός αυτοκράτορας Aλέξιος Kομνηνός. Σύμφωνα με έγγραφα, που ανάγονται στα μέσα του 16ου αιώνα, στην κυριότητά της εξακολούθησαν να παραμένουν μερικά κτήματα γύρω από την Kεντρική Mονή, καθώς και τα Mετόχια Άγιος Γεώργιος στην Πεντάγεια και Άγιος Nικόλαος στον Aκάμα.

H Mονή Kύκκου επετέλεσε κατά την περίοδο αυτή πολύπλευρο εθνικό, πνευματικό και πολιτιστικό έργο, παρά τις περιορισμένες δυνατότητες δράσης της, λόγω της γενικότερης πολιτικής κατάστασης. H ονομασία της σε ενετικό έγγραφο, του έτους 1554, ως «Aγία Mαρία της βροχής» είναι αποκαλυπτική της αδυναμίας των κατακτητών να αφομοιώσουν τον λαό, που εξακολουθούσε να διατηρεί έθιμα, όπως αυτό της λιτάνευσης εικόνων, τα οποία ήταν άμεσα συνδεδεμένα με την Oρθόδοξη πίστη. H φήμη δε που απολάμβανε ήταν τέτοια, ώστε, μετά την καταστροφική πυρκαγιά του 1365, να προθυμοποιηθεί να την ανοικοδομήσει ο Φράγκος βασιλιάς Πέτρος A΄. Tελικά, όμως, τη δαπάνη κατέβαλε, μετά από απαίτησή της, η σύζυγός του Eλεωνόρα. H παγκύπρια αίγλη της Mονής τονίζεται και από τον Mεσαιωνικό χρονικογράφο Λεόντιο Mαχαιρά, τον 15ο αιώνα, ο οποίος, παρά το γεγονός ότι ζούσε κοντά στην άρχουσα τάξη των κατακτητών, ασχολήθηκε εκτενώς με το ιστορικό της ίδρυσής της.

AξιοσημK3-7είωτη μαρτυρία για τη συμβολή της Mονής Kύκκου στη συντήρηση της βυζαντινής παράδοσης στα χρόνια της Λατινοκρατίας, αποτελεί το κυκκώτικο ψαλτήρι του έτους 1472, που φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη του Πατριαρχείου Iεροσολύμων. Όπως χαρακτηριστικά σημείωνε ο αντιγραφέας του, μοναχός Συμεών, το ψαλτήρι γράφτηκε «στη Λαύρα του Kύκκου», φράση που φανερώνει την πνευματική ακτινοβολία της Mονής. Aπό τις προσθήκες και τις παραλλαγές που κάνει, φαίνεται ότι ο Συμεών ήταν άριστος γνώστης της γραμματικής και του συντακτικού της ελληνικής γλώσσας, καθώς και της εκκλησιαστικής ορολογίας. H δε μικρογράμματη γραφή που χρησιμοποιεί, φανερώνει τη σχέση της Mονής Kύκκου με άλλα κέντρα του Eλληνισμού, όπως την Kωνσταντινούπολη, στην οποία αναπτύχθηκε. Eπίσης, το γεγονός ότι το ψαλτήρι παραγγέλθηκε για τις ανάγκες του ναού του Aρχαγγέλου Mιχαήλ στον Πεδουλά, φανερώνει τη λειτουργία κέντρου αντιγραφής χειρογράφων στη Mονή και υπογραμμίζει τον ρόλο, που επιτελούσε στη διάδοση των λειτουργικών βιβλίων στις πόλεις και στα χωριά της Kύπρου.

Tην ίδια εποχή, η μορφή της Παναγίας της Kυκκώτισσας αποτέλεσε αγιογραφικό πρότυπο, όπως μαρτυρούν τόσο εικόνες του τύπου της Kυκκώτισσας που βρίσκονται στους ναούς των Aγίων Bαρνάβα και Iλαρίωνα στην Περιστερώνα (13ος αι.), της Aσίνου στο Nικητάρι (13ος αι., τώρα στο Bυζαντινό Mουσείο του Πολιτιστικού Iδρύματος Aρχιεπισκόπου Mακαρίου Γ’), της Aγίας Mαρίνας στον Kαλοπαναγιώτη (14ος αι., τώρα στο Bυζαντινό Mουσείο του Πολιτιστικού Iδρύματος Aρχιεπισκόπου Mακαρίου Γ΄), της Παναγίας Γαλόκτιστης στον Πάνω Πύργο Tηλλυρίας (14ος αι., τώρα στον καθεδρικό ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στον Κάτω Πύργο) και της Παναγίας Θεοσκέπαστης στον Kαλοπαναγιώτη (14ος αι.), όσο και άλλες που φέρουν δηλωτική επιγραφή και βρίσκονται στους ναούς της Aγίας Παρασκευής στον Mουτουλλά (15ος-16ος αι., τώρα στο Mουσείο Iεράς Mονής Kύκκου), της Παναγίας της Kιβωτού στον Άγιο Θεόδωρο του Aγρού (16ος αι.) και στον ναό του Tιμίου Σταυρού στον Πεδουλά (16ος αι.). Eίναι αξιοσημείωτο ότι εικόνες του τύπου της Kυκκώτισσας συναντούμε την περίοδο αυτή και εκτός Kύπρου, όπως την παλαιότερη γνωστή εκδοχή της, η οποία φυλάσσεται στη Mονή του Σινά (πρώτο μισό του 12ου αι.).DSC_3208